Γράφει ο Παναγιώτης Παύλος
Πανδημία.
Δημόσια υγεία. Ανθρωπισμός. Αυτό είναι το νέο τρίπτυχο στο όνομα του
οποίου ο ελληνικός λαός στην Ελλάδα και το εξωτερικό, και η Ορθοδοξία
σχεδόν εν συνόλω, ζει μια πρωτόγνωρη, ανήκουστη και εντελώς παράλογη
κατάσταση.
Την πρώτη
στην ιστορία του Ελληνισμού, προχριστιανικού και χριστιανικού, κατάργηση
της πραγματικότητας της Εκκλησίας. Δηλαδή, της κλήσεως και συνάξεως επί
τω αυτώ.
Από που να αρχίσει και πού να σιγήσει κανείς;
Από τον από πολύ νωρίς, περίεργα νωρίς, καταχρηστικό χαρακτηρισμό του φαινομένου του κορωνοϊού ως ῾῾πανδημία᾽᾽;
Από τα όσα ταλανίζουν την Πολιτεία και την Εκκλησία τούτες τις Τρισάγιες ημέρες;
Την
υπερδεκαετή συστηματική υπονόμευση του συστήματος Δημόσιας Υγείας λόγω
μιας αλληλουχίας καταστροφικών κυβερνητικών επιλογών και την αφαίμαξη
του ελληνικού ιατρικού δυναμικού με την αναγκαστική μετανάστευση πολλών
εκατοντάδων ικανότατου ιατρικού προσωπικού, λόγω και των κατ᾽ ουσίαν
πτωχευτικών δανειακών συμβάσεων του πρόσφατος παρελθόντος;
Την
ανεπανάληπτη, στην ιστορία της χριστιανοσύνης, καταφυγή σε έωλα κοσμικά
παιχνίδια λογικής, την υποταγή της εκκλησιαστικής εμπειρίας και αλήθειας
σε ορθολογίζοντα επιχειρήματα που όχι μόνον αμφισβητούν επί της ουσίας
τον Θεανθρώπινο Λόγο αλλά και αδικούν και τον ανθρώπινο ορθό λόγο,
καταστρατηγώντας ταυτόχρονα την κοινωνική ορθοπραξία που απορρέει απ᾽
αυτόν και την εμπιστοσύνη που ένα κράτος οφείλει να επιδεικνύει προς τον
πολίτη του;
Από την
μεταμοντέρνα, άκρως προβληματικής φύσεως, μανιχαϊστική και μονομερή
αποθέωση της έννοιας ῾῾δημόσια υγεία᾽᾽, η οποία ενώ έχει καταστεί μόνιμη
επωδός στο δημόσιο διάλογο και γίγνεσθαι, εστιάζει αποκλειστικά και
μονομερώς στο σώμα, αγνοώντας σχεδόν επιδεικτικά τις ανάγκες του συνόλου
ανθρώπου ως σωματοψυχή, ανάγκες που η υπερδισχιλιετής Ορθόδοξη παράδοση
κατεξοχήν γνωρίζει να θεραπεύει;
Από την
παντελώς αστοιχείωτη – σε πείσμα όλων των μετανεωτερικών ευχολογίων περί
καταπολέμησης των διακρίσεων και σε ειρωνεία των αντίστοιχων ιδεολογιών
που συντεταγμένα οι κυβερνήσεις τηρούν με ευλαβική πίστη – και ψευδή
διάκριση μεταξύ σώματος και ψυχής;
Διάκριση η
οποία διέπει όχι μόνον το αρμοδίως επιφορτισμένο Υπουργείο Υγείας, αλλά
και, όπως και εν τοις πράγμασι αποδεικνύεται, και τμήμα της θεσμικής
Εκκλησίας;
Από την
σύγχυση και τη ζάλη η οποία κλυδωνίζει την ελληνική κοινωνία που για
άλλη μια φορά σπεύδει να λατρέψει, μέρες Λαμπρής, επίγειους σάρκινους
θεούς, στο πρόσωπο των κατά τα άλλα συμπαθέστατων αγωνιστών και
διαχειριστών της κατάστασης, κ.κ. Τσιόδρα και Χαρδαλιά; Ωσάν ο αρχαίος
βασιλεύς του άλλου μεγάλου γένους της γης να μην μας είχε
προειδοποιήσει, χιλιετίες τώρα, ῾῾μὴ πεποίθατε ἐπ᾽ ἄρχοντας, ἐπὶ ὑιούς
ἀνθρώπων, οἷς οὐκ ἔστι σωτηρία᾽᾽;
Από την
παραληρηματική μανία των ΜΜΕ, ελληνικών και διεθνών, κρατικών και
κυβερνητικών, ιδιωτικών και συστημικών, τα οποία στιγμή δεν χάνουν να
επιχειρούν συστηματικά και με το αζημίωτο να πολλαπλασιάσουν τον φόβο
ενός λαού (εννοώ τον ελληνικό λαό και παρακάμπτω εδώ τον αστραπιαία –
χάρη στην παγκοσμιοποίηση – μεταδιδόμενο στην οικουμένη πανζουρλισμό), ο
οποίος άγεται και φέρεται από ορισμένες μετριότητες της δημοσιογραφίας,
καλοπροαίρετους ῾῾μαθητευόμενους μάγους᾽᾽ ή/και επαγγελματίες αλλοιωτές
της αλήθειας;
Από τον
παραλογισμό μιας Πολιτείας, η οποία επιβάλλει στους πολίτες, ῾῾για το
καλό τους᾽᾽ πρωτόγνωρες πρακτικές αστυνόμευσης, καταστρατήγηση
θεμελιωδών Αρχών του Συντάγματος, μονομερή διαχείριση του προβλήματος,
διαχείριση εξαρτώμενη από την απαράμιλλη βεβαιότητα ότι η πρακτική που
ακολουθείται είναι μονόδρομος (ωσάν είτε να υπήρχε από καιρό έτοιμο το
πλάνο δράσης, είτε ως ομολογώντας εμμέσως την απειρία που απολήγει σε
ολοκληρωτικές απαγορεύσεις κυκλοφορίας τύπου ῾῾πονάει κεφάλι, κόβει
κεφάλι᾽᾽); Και όλα αυτά, με τη γνωστή πρακτική των μετα-κοινοβουλετικών
αποφάσεων, των μετα-δημοκρατικών μεθόδων της Πράξης Νομοθετικού
Περιεχομένου και των σχετικών διαδικασιών εξπρές, όπως συμβαίνει πάντοτε
κατά την τελευταία δεκαετία, όποτε ο λαός επείγει να ῾῾σωθεί από μεγάλο
κακό᾽᾽;
Και σαν να
μην έφταναν όλα αυτά, βλέπει κανείς τον θεσμό της Εκκλησίας να
αμφιταλαντεύεται, κατά τον μήνα Μάρτη τουλάχιστον, μεταξύ αυτοκατάργησης
– με τη μη πραγματοποίηση της Θείας Λειτουργίας επί δύο εβδομάδες –
ακύρωσης, δηλαδή, του λόγου ύπαρξης της Εκκλησίας, που δεν είναι άλλος
από τον καθαγιασμό της κτίσης και την Αναφορά της κτίσεως στον Θεό
διαμέσου του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας. Μια Εκκλησία να παλεύει
μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας και να καταλήγει να ῾῾λειτουργεί᾽᾽ – ειρήσθω
έτσι, καταχρηστικά, μιας και ελλείψει μετοχής και ῾῾έργου του λαού᾽᾽ η
παραμυθία με μετανεωτερικές θεολογίες της παρούσας απουσίας του λαού από
τα στασίδια του για λόγους αγαπητικής κενώσεως είναι ιδιαίτερα
δημοφιλής σήμερα – ῾῾των θυρών κεκλεισμένων᾽᾽ δια τον φόβον του
κορωνοϊού, όπως περίπου συνέβαινε κατά τον καιρό των διωγμών στους
πρώτους αιώνες, μολονότι η πολιτική ορθότητα των ημερών αρέσκεται στο να
ξορκίζει τη λέξη διωγμός. Η έννοια ῾διωγμός᾽, άλλωστε, είναι ζήτημα
σημασιολογίας της ελληνικής γλώσσας, όχι πρόβλημα της ελληνικής
κυβέρνησης, τώρα ειδικά που σύσσωμος ο πλανήτης την εγκωμιάζει.
Πάσχα,
λοιπόν, Κυρίου Πάσχα, σε άδειους ναούς. Για πρώτη φορά στην ιστορία.
Αυτή είναι η πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα κατασκευασμένη από τον
παραλογισμό και την ανοησία που τυραννάει την ανθρωπότητα από καταβολής
της. Ή, σωστότερα, από την στιγμή που ο άνθρωπος εξοβελίζει τον Θεό από
την ζωή του και από τον κόσμο.
Ένας
άνθρωπος, ο οποίος μέσα στη ζάλη του νομίζει ότι, μαθηματικά και
στατιστικά, έχει λιγότερες πιθανότητες να κολλήσει τον κορωνοϊό από μια
από τις κατά μέσο όρο 5.000 συσκευασίες προϊόντων που εκτίθενται στα
διάφορα καταστήματα κάλυψης διατροφικών αναγκών του ιδίου και των
δεκάδων συνανθρώπων του που βρίσκονται ταυτόχρονα στο κατάστημα, απ᾽ ότι
στην εκκλησία των λίγων εικονισμάτων και του ενός κεριού!
Γι᾽ αυτό και
ένα τέτοιο ανόητο κράτος αποφάσισε να στέλνει τους πολίτες στα σούπερ
μάρκετ και τα όργανα της τάξης στους ναούς. Αλλά, βέβαια, όπως είπαν
ορισμένοι, ο κορωνοϊός είναι ο αόρατος εχθρός, και άρα πολεμάμε κάθε τί
αόρατο, αλλά το ορατό το αγκαλιάζουμε. Πανουργία του λόγου, όπως θα
έλεγε κι ο Χέγκελ, μιας και όλοι γνωρίζουμε ότι η Εκκλησία επί δυό
χιλιάδες χρόνια τώρα μόνον αόρατους εχθρούς πολεμά αλλά ποτέ ως τώρα δεν
ιδιώτευσε. Σώμα, λοιπόν, μόνον, και όχι και ψυχή. Σάρκα λοιπόν, μόνον,
και όχι και πνεύμα.
Είναι πολλά
τα ερωτήματα. Και σίγουρα, θα αυξάνονται όσο όλοι μας, άρχοντες,
ιερατείο και λαός θα συνειδητοποιούμε μέρα με τη μέρα τι συμβαίνει.
Υπάρχει ωστόσο ένα ερώτημα, το οποίο είναι καίριο, επιτακτικό:
Είναι, ή δεν
είναι ο κόσμος τούτος η δημιουργία του Θεού, τότε, τώρα, διαρκώς και
πάντοτε; Διότι, αν είναι, πώς, λοιπόν, είναι δυνατόν η Ορθόδοξη
Εκκλησία, και δη η ελληνική, η οποία, ειρήσθω, αποκλήθηκε προφητικά από
τον ίδιο τον Χριστό – τουλάχιστον δυό φορές μες στην Μεγάλη Εβδομάδα,
σύμφωνα με τη γραφή του Ματθαίου και του Ιωάννου – ως ο δέκτης της
Βασιλείας του Θεού, η οποία και θα φέρει τους καρπούς Της, πώς είναι
δυνατόν να έχει εκχωρήσει εαυτήν σε μια ακόμη εκδοχή της πτωτικής φύσεως
και του πεπτωκότος κόσμου που καθρεφτίζει ο συγκεκριμένος κορωνοϊός;
Πώς είναι δυνατόν η Εκκλησία να φέρεται ως άλλη μια φοβισμένη εγκόσμια Αρχή, παραιτούμενη του λόγου υπάρξεώς της;
Εάν ο Άγιος
Μάξιμος ο Ομολογητής αληθεύει καλώντας τον άνθρωπο μεσίτη Θεού και
κόσμου, πώς η σύγχρονη Ορθόδοξη Εκκλησία αντιλαμβάνεται πλέον αυτή τη
μεσιτεία, αυτή τη μεσολάβηση, ιδίως όταν η κτίση κράζει, για άλλη μια
φορά σήμερα, και επώδυνα κραυγάζει τις πληγές και τα βάσανά της;
Πώς είναι
δυνατόν να ακούμε από επίσημα χείλη το επιχείρημα ότι, ῾῾είναι μόνον για
το φετινό Πάσχα᾽᾽ που οι Χριστιανοί θα παραμείνουν κλεισμένοι στα
σπίτια τους;
Είναι, άραγε,
αυτό μια επιτυχημένη απόπειρα χαϊδέματος της ψυχής των πιστών, οι
οποίοι και χρείαν έχουσιν του Ζώντος Ύδατος, και υποφέρουν από την
παρανοϊκή αυτή μεταμοντέρνα κουλτούρα που διακρίνει μεταξύ ψυχής και
σώματος;
Πριν από
σαράντα περίπου χρόνια, σε ένα τοίχο στο ιερό κάποιου Μητροπολιτικού
ναού στην Ελλάδα, υπήρχε μια κορνίζα με τις ακόλουθες τρεις φράσεις, σε
κάθετη διάταξη:
῾῾Σαν να ήταν η πρώτη·
Σαν να ήταν η τελευταία·
Σαν να ήταν η μόνη.᾽᾽
Ο εφημέριος
ιερέας του ναού, ένα απλό γεροντάκι από ένα χωριό της Πελοποννήσου, ο
αείμνηστος π. Δημήτριος Θεοδωρόπουλος, είχε τότε εξηγήσει σε ένα μικρό
παιδί που δεν μπορούσε να αντιληφθεί το νόημα αυτού του Δελφικού
αινίγματος: ῾῾Παιδί μου, αυτό είναι για να θυμίζει στον Λειτουργό, σε
εμένα, και στον καθένα, πώς πρέπει να προσεγγίζουμε, να τελούμε, να
εορτάζουμε, και να μετέχουμε του Μυστηρίου των Μυστηρίων, της Θείας
Λειτουργίας, της Ευχαριστίας.᾽᾽
Αν αυτό είναι
το ήθος του Ορθόδοξου Λειτουργού· αν αυτή είναι η πίστη της Εκκλησίας·
αν αυτός εδώ είναι ο κόσμος που ο Θεός δημιούργησε και δημιουργεί, ή
μάλλον συνδημιουργεί με τον άνθρωπο· εάν η Βασιλεία του Θεού έχει ήδη
αρχίσει, εδώ και τώρα, και δεν είναι κλειδωμένη στα ντουλάπια ενός
φαντασιακού επέκεινα που γίνεται άλλοθι για μια παντοτινή αναβολή της
κατάφασής μας στην θέωση – αυτήν που εορτάζουμε και ομολογούμε τώρα το
Πάσχα και πάντοτε – ακόμη και του πλέον απομακρυσμένου όντος·
Τότε πώς
είναι δυνατόν να στεκόμαστε με τόση παθητικότητα, τέτοιο πνεύμα
ηττοπάθειας και ενδοκοσμικού συμβιβασμού, ο οποίος προϋποθέτει κι
επιβάλλει έκπτωση της Αλήθειας με την συνδρομή μιας σειράς καινοφανών,
παντελώς ανύπαρκτων στην μακρά πατερική παράδοση της Ορθόδοξης
Εκκλησίας, θεολογημάτων που επιχειρούν να δικαιολογήσουν τον τρόπο με
τον οποίο μοιάζουμε να έχουμε παραδοθεί σε μια παγκόσμια παράλυση
προκληθείσα από ένα ιό δημιουργημένο, αμφισβητούμενης ή άγνωστης
προέλευσης;
Πράγματι, θα
υπάρξουν ίσως περισσότερα Πάσχα να εορτάσουμε σε αυτή τη ζωή. Και θα
υπάρξουν ασφαλώς. Αλλά αυτό δεν μπορεί να είναι δικαιολογία, ούτε καν
λόγος, να αποστερούμε τον άνθρωπο από την μετοχή στη Ζωή, εδώ και τώρα.
Η Εκκλησία
και η εκκλησία δεν είναι το γραφείο μας, στο οποίο μπορούμε να πάμε ή να
μην πάμε, αναλόγως των περιστάσεων. Από τη στιγμή που έχουμε
προσχωρήσει σε μια τέτοια αντίληψη, η οποία απολήγει, έστω και ως
καταφυγή σε απέλπιδους καιρούς, σε μια πρακτική που ψευδώς φαντάζει ως
μονόδρομος, έχουμε υποτάξει την Εκκλησία στον κόσμο· έχουμε
εκκοσμικεύσει την Εκκλησία.
Έχουμε
αποστερήσει τους εαυτούς μας ενός δώρου με το οποίο μόνον λογικά πρόβατα
έχουν προικισθεί, και έχουμε υποβαθμίσει την Εκκλησία, εκούσια και
μοιραία, από αυλή λογικών προβάτων σε περιθωριακό χώρο – προσωρινά
κλειστόν – μεταφυσικής ψευδο-ανάτασης για φοβισμένα πλήθη.
Η Εκκλησία
είναι Ζωή. Είναι η ζωή μας. Αυτό δεν είναι σύνθημα ενός αναρχικού, ούτε
ενός χίπι, μολονότι αμφότεροι χωρούν στην Εκκλησία. Αυτό είναι η
πραγματικότητα, τόσο σκληρή ορισμένες φορές που, απομακρύνοντας κανείς
τον άνθρωπο από τον αναπνευστήρα της Εκκλησίας, του προκαλεί μια
δύσπνοια και μια ζάλη ασύγκριτα πιο σοβαρή απ᾽ αυτή που ο οποιοσδήποτε
κορωνοϊός μπορεί να προκαλέσει· μια ασφυξία που καταλήγει σε θάνατο
πρωτόγνωρο.
Εάν πράγματι
ακούμε Εκείνον ο οποίος ήλθε, Σταυρώθηκε και Αναστήθηκε, και εφόσον
αληθινά πιστεύουμε ότι ήλθε ῾῾ἴνα ζωὴν ἔχωσι καὶ περισσόν ἔχωσι᾽᾽ (Ιω.
10, 10)· εάν αληθινά αγαπούμε αυτόν τον κόσμο, τον Κόσμο Του, τότε δεν
μπορούμε, να αποστερούμε τον κόσμο από την Θεία Λειτουργία. Εξάλλου, η
Ορθοδοξία, όπως προφητικά είχε δει ο Ηράκλειτος (Αποσπάσματα 50 και 53),
παραμένει Ορθόδοξη μόνον δημοσίᾳ· όχι όταν κωφεύει χάριν των μικρών και
μπρος στα μεγάλα ιδιωτεύει.
Χριστός Ανέστη!
*
Το παρόν αποτελεί τμήμα κειμένου που θα δημοσιευθεί στα αγγλικά από το
Public Orthodoxy, ιστοσελίδα του Κέντρου Ορθοδόξων Χριστιανικών Σπουδών
του Πανεπιστημίου Fordham της Νέας Υόρκης, USA.
Ο
Παναγιώτης Παύλος είναι Ερευνητής της Αρχαίας και Βυζαντινής Φιλοσοφίας
και Επιστημονικός Συνεργάτης στο Τμήμα Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου του
Όσλο, Νορβηγία.
Υπάρχουν ακόμη
ΑπάντησηΔιαγραφήΑληθινοί Επιστήμονες!
Δόξα τω Θεώ!