Γέρων Παΐσιος Καρεώτης
Επιφάνιος Μοναχός Καψαλιώτης
Σε παλαιότερο φύλλο του Ορθοδόξου Τύπου (αρ. φυλ. 2259),
φιλοξενήθηκε εισήγηση μας που παρουσιάστηκε στο επιστημονικό συνέδριο του
Πανεπιστημίου του Αγίου Τύχωνος της Μόσχας, εκπαιδευτικού ιδρύματος του
Πατριαρχείου Μόσχας (ΠΜ), στις 25-26 Φεβρουαρίου 2019, με θέμα την Ουκρανική
εκκλησιαστική κρίση και τις επιπτώσεις της στον Ορθόδοξο Κόσμο. Όμως, εν σχέσει
προς τα σημερινά δεδομένα που παρουσιάζει το σύμπλοκο πρόβλημα του Ουκρανικού,
ήδη ο Φεβρουάριος μοιάζει πολύ μακρινός.
Η νέα δίνη στην οποία εισήλθε η Εκκλησία μετά την λεγομένη Αγία και Μεγάλη Σύνοδο (ΑκΜΣ), από την οποία είναι ικανοποιημένοι μόνον οι εκδηλωμένοι οικουμενιστές, προωθώντας με κάθε τρόπο της αποφάσεις της –οι μόνοι άλλωστε που την υποστηρίζουν και αναγνωρίζουν τον "πανορθόδοξο" χαρακτήρα της– επιτέλους έδειξε και τους πρώτους καρπούς, αναφορικά ως προς την διορθόδοξο ενότητα: την Ουκρανική Κρίση και το σχεδόν ολοκληρωμένο σχίσμα Κωνσταντινουπόλεως-Μόσχας, το οποίο τείνει να εξελιχθεί σε ένα ευρύτερο σχίσμα Εκκλησιών, φίλα προσκείμενων στην μία ή την άλλη. Παρ' όλες όμως τις πυκνές αναφορές, η ουσία του παρόντος εκκλησιαστικού ζητήματος μεταξύ Κων/λης-Μόσχας δεν έγκειται αποκλειστικά και μόνον στην θρυλούμενη διαμάχη δυο πρωτείων: αυτών της νέας ή δεύτερης και της “τρίτης” Ρώμης, όσο στον ανομολόγητο και ακήρυκτο τρόπον τινά πόλεμο μεταξύ ενός υπό διαμόρφωσιν διεθνι(στι)κού κέντρου, και της ιδίας της έννοιας της εθνικής εκκλησίας (και ότι αυτό συνεπάγεται).
Αυτό που πρέπει δηλαδή να καταστεί σαφές είναι ότι το σημερινό εκκλησιαστικό πρόβλημα ούτε αυτονομημένο είναι "καθ΄ αυτό", μα ούτε συνιστά απλώς παρεπόμενο της ΑκΜΣ (με την σημασία εδώ της διαπάλης εκκλησιαστικών κέντρων εξουσίας, επομένως κατανοούμενο ως ζήτημα εκκλησιαστικής πολιτικής). Συνδέεται σαφώς με τις ευρύτερες ανακατατάξεις στον εκκλησιαστικό χώρο, εν πολλοίς αποτέλεσμα των αντιστοίχων της διεθνούς πολιτικής και των νέων σχέσεων που έχουν διαμορφωθεί μεταψυχροπολεμικά, τμήμα (δυστυχώς) των οποίων είναι.
Ως προς την Ελλάδα, των ευρω-ατλαντικά επιβεβλημένων Mνημονίων, μετά την σταδιακή απορρόφηση του οικονομικού σοκ , η ελεγχόμενη περαιτέρω πορεία “δυτικοποιήσεως” της ελληνικής κοινωνίας, αποφασίστηκε ότι πρέπει να περάσει μέσα από ένα ακόμη σοκ , αυτό που προκαλεί το de facto υπάρχων εκκλησιαστικό σχίσμα με αφορμή το Ουκρανικό. Πρόκειται δηλαδή για ένα διπλό πλήγμα.Κατά πρώτον, η οικονομική κρίση κατάφερε, μέσω της πλήρους απορρύθμισης (deregulation) του Κράτους,των κοινωνικών και οικονομικών σχέσεων, να διαρρήξει τον κοινωνικό ιστό, επιβάλλοντας ταυτοχρόνως και στην παραμικρή λεπτομέρεια, το ευρωενωσιακό Δίκαιο, που με την σειρά του, βασίζεται και προωθεί περαιτέρω την απορρύθμιση. Ως αποτέλεσμα η βαθειά οικονομική κρίση, μετεβλήθη σε κρίση θεσμών και αξιών.
Κατά δεύτερον, καθώς αυτό που χαρακτηρίζει τον εσωτερικό πυρήνα της ελληνικής ταυτότητας είναι η Ορθοδοξία, με ιδιαίτερο χαρακτηριστικό μια ιδιότυπη συναλληλία και υποστήριξη μεταξύ των Ορθοδόξων λαών (κάτι που εμφατικά φάνηκε κατά την κρίσιμη δεκαετία 1990-2000, με τον Πόλεμο στην Γιουγκοσλαβία,και την αμέριστη υποστήριξη σύνολου του Ελληνικού λαού στην Σερβική Υπόθεση), μέσω της Ουκρανικής Κρίσης, επιχειρείται η διάρρηξις και των τελευταίων εναπομεινάντων στοιχείων της “ανατολικής” φυσιογνωμίας της ελληνικής κοινωνίας.
Ολοφάνερα, η στόχευση των (εκκλησιαστικών και μη) κύκλων που οδήγησαν στην ουκρανική “αυτοκεφαλία”, έχουν ως στόχο την διαμόρφωση “αποκλειστικών ζωνών”, εντός της Ορθοδοξίας με μία, αφ΄ ενός, (δυτικόφιλη) “νατοϊκή-ευρωενωσιακή”, της οποίας θα ηγείται η “Ελληνική”Ορθοδοξία και μιας “αντιδυτικής-αντιευρωενωσιακής”, της οποίας θα ηγείται η “Ρωσική”.Η κρίσιμη “στιγμή” της γενικότερης πορείας των εκκλησιαστικών πραγμάτων, βάσει της ανάγνωσης των αντιστοίχων γεγονότων, είναι η δεκαετία του ’90, κατά την οποία το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως (ΠΚ)εκκινεί την επίθεση (για διαφορετικούς λόγους) εναντίον δύο Αυτοκεφάλων Εκκλησιών: της Ελληνικής και της Ρωσικής.
Η κυρίως επίθεση συνέβη από τα μέσα του ΄90, καθώς η απόφαση των ταγών του Φαναρίου για βαθύτερη δέσμευση προς τον Ευρω-ατλαντικό παράγοντα, οδήγησαν το Πατριαρχείο στην πορεία σύγκρουσης με τις εν λόγω Εκκλησίες (στην οποία θα αναφερθούμε κατωτέρω), έχοντας τρεις στόχους:α) αρχικά, την εξασθένιση του Αυτοκεφάλου καθεστώτος των δύο αυτών Εκκλησιών, μέσω της έμμεσης(Ελληνική περίπτωση: Νέες Χώρες) ή της άμεσης (Ρωσική περίπτωση: Εσθονία, Ουκρανία) παρέμβασης σταεσωτερικά των Εκκλησιών,
β) την επανανοηματοδότηση του όρου “Αυτοκέφαλο”, και την παράλληλη προσπάθεια υφαρπαγής των Εθνικών Διασπορών (είναι η παρούσα φάση, με οδηγό την περίπτωση της Ουκρανίας),
και γ) την τελική κατάργηση του Αυτοκεφάλου καθεστώτος των Εθνικών Εκκλησιών (επομένως και των ιδίων ως“εθνικών”), σε απόλυτη σύμπλευση με την επιδιωκόμενη κατάργηση των Εθνικών Κρατών και των Συνόρων,στα πλαίσια της λεγόμενης “Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης” , δηλαδή της ομοσπονδοποίησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) σε ένα ενιαίο Κράτος (το οποίο οι ιθύνοντες της ΕΕ τοποθετούν το 2025).
Ως αγιορείτες μοναχοί, θα προσπαθήσουμε να αναλύσουμε την εκκλησιαστική κρίση, αναδεικνύοντας τις πολλαπλές πτυχές του προβλήματος, τόσο ως προς το περιεχόμενο , όσο κι ως προς την μορφή του. Πεποίθησή μας είναι, ότι η μεγάλη ενδορθόδοξη κρίση που προκάλεσε το Ουκρανικό Ζήτημα, καθώς και η σχετική συζήτηση που έχει ανοίξει, πρόκειται να επαναπροσδιορίσει καθοριστικά την πορεία της Ορθοδοξίας, ειδικά εν όψει των μεγάλων εξελίξεων που ήδη προαναγγέλλονται . Αναφερόμαστε φυσικά στην σχεδιαζόμενη, από κοινού από το Φανάρι και το Βατικανό, Μεγάλη Ενωτική Σύνοδο του 2025 (για την οποία θα γίνει εκτεταμένη αναφορά στο δεύτερο μέρος του παρόντος άρθρου), στην κατεύθυνση της οποίας, από “ορθοδόξου” πλευράς,τόσο το Κολυμπάρι όσο και το Ουκρανικό αποτελούν επεισόδια ή καλύτερα αναβαθμούς, και θα συνεισφέρει καταλυτικά στην σχεδιαζόμενη υπέρβαση των εθνικο-θρησκευτικών διαχωρισμών, που αποτελούν σοβαρό ανάχωμα στην επιδιωκόμενη Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση .
Η μελέτη θα χωρισθεί σε δύο μέρη. Το πρώτο θα παρουσιάσει τα ιστορικά δεδομένα της διαπάλης Φαναρίου-Αθηνών-Μόσχας, ενώ το δεύτερο θα προσπαθήσει να αναλύσει τους λόγους που το Φανάρι στοχοποίησε τις δύο αυτές Εκκλησίες (σήμερα στο επίκεντρο παραμένει μόνον η Μόσχα), και την ευρύτερη σημασία των εξελίξεων αυτών στη διαμόρφωση του νέου μετα-ψυχροπολεμικού διεθνούς περιβάλλοντος. Πληροφοριακός Πόλεμος Προκαταρκτικά, μια πρώτη αναφορά πρέπει να γίνει ως προς την μορφή του προβλήματος, που έχει να κάνει με τον τρόπο που διεξάγεται η συζήτηση των εμπλεκομένων μερών. Πλην, εκ προοιμίου, να λεχθεί ότι συζήτηση για το Ουκρανικό, δεν έγινε. Αυτό που έγινε –και συνεχίζει να γίνεται– είναι ανέντιμη πολεμική . Ακριβώς όπως και στην περίπτωση του Κολυμπαρίου . Όπως και τότε, οι κύκλοι του Φαναρίου, υιοθετούν επιθετικό λόγο
προς κάθε διαφωνούντα, αυτή τη φορά, επιχειρώντας κυνήγι “Ρώσων πρακτόρων” ή έστω “ρωσώφιλων”, που το μόνο τους μέλημα δεν είναι άλλο από την διασπορά των Ρωσικών θέσεων. Έτσι η μη υιοθέτηση του κυρίαρχου“αφηγήματος” αυτοστιγμεί κατατάσσει τον σχολιαστή στους “ρωσικούς πρακτορικούς κύκλους”, ή το λιγότερο στην φιλορωσική προπαγάνδα. Η παράξενη εμμονή τους στην τακτική αυτή, πρόδηλα, φέρει όλα ταχαρακτηριστικά του επικοινωνιακού πολέμου και διεξάγεται –όντως– με όρους προπαγάνδας.
η συνέχεια
"Ολοφάνερα, η στόχευση των (εκκλησιαστικών και μη) κύκλων που οδήγησαν στην ουκρανική “αυτοκεφαλία”, έχουν ως στόχο την διαμόρφωση “αποκλειστικών ζωνών”, εντός της Ορθοδοξίας με μία, αφ΄ ενός, (δυτικόφιλη) “νατοϊκή-ευρωενωσιακή”, της οποίας θα ηγείται η “Ελληνική”Ορθοδοξία και μιας “αντιδυτικής-αντιευρωενωσιακής”, της οποίας θα ηγείται η “Ρωσική”.Η κρίσιμη “στιγμή” της γενικότερης πορείας των εκκλησιαστικών πραγμάτων, βάσει της ανάγνωσης των αντιστοίχων γεγονότων, είναι η δεκαετία του ’90, κατά την οποία το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως (ΠΚ)εκκινεί την επίθεση (για διαφορετικούς λόγους) εναντίον δύο Αυτοκεφάλων Εκκλησιών: της Ελληνικής και της Ρωσικής."
ΑπάντησηΔιαγραφήΕπιτέλους μια άλλη ματιά αλλά κι αυτή τόσο καθαρά και μόρτικα ξεμπροστιάζει την φάκα που στήσανε μετά την περεστρόϊκα οι αμερικάνοι στην εκκλησιαστική ηγεσία της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Ιννοκέντιος