Η εμπειρία υπερβαίνει τα ρήματα και τα νοήματα
Όταν ο
θεούμενος φθάση στην αποκαλυπτική εμπειρία, βλέπει το άκτιστο Φως,
βρίσκεται μέσα στο άκτιστο Φως, και «εκεί» δεν υπάρχουν κτιστά ρήματα
και νοήματα, δηλαδή κατηγορήματα της ανθρώπινης σκέψεως, που εκφράζονται
και διατυπώνονται με την λογική επεξεργασία. Η εμπειρία του δοξασμού
υπερβαίνει όλα τα ρήματα και τα νοήματα. Όμως στην συνέχεια η εμπειρία
του δοξασμού δημιουργεί θεόπνευστα νοήματα.
π. Ι. Ρωμανίδης
«Στην
εμπειρία της Θεώσεως ο Θεός υπερβαίνει τα νοήματα και στην εμπειρία αυτή
το νόημα υπερπηδάται, δεν υπάρχει νόημα στην εμπειρία αυτή, αλλά
αποτέλεσμα της εμπειρίας αυτής είναι τα θεόπνευστα νοήματα από τα οποία
αποτελούνται η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη.
Η
αποκάλυψη υπερβαίνει παν νόημα και ρήμα, και είναι υπέρ λόγον, υπέρ
νόηση κλπ, διότι δεν υπάρχει καμιά ομοιότης μεταξύ του Θεού και του
κτίσματος. Συμμετέχει η λογική αυτή στην εμπειρία της αποκαλύψεως, αλλά
η ίδια η δόξα του Θεού υπερβαίνει την λογική, που έχει κτισθή για να
κατανοή κτιστά πράγματα, κι όχι τα άκτιστα κ.ο.κ.
Αλλά, η
εμπειρία αυτή δημιουργεί μια θεόπνευστη κατάσταση μέσα στον άνθρωπο,
επειδή ο άνθρωπος έχει φθάσει στην θεοπτία και τα νοήματα που έχει εξ
αυτής της εμπειρίας, αυτά τα νοήματα είναι θεόπνευστα, αν και η εμπειρία
υπερβαίνη το νόημα».
Κατά την
διάρκεια του δοξασμού και της θέας της δόξης του Χριστού δεν χρειάζονται
τα ρήματα και τα νοήματα περί Χριστού. Καταργείται και αυτή η ίδια η
νοερά προσευχή.
Όταν ο
άνθρωπος ευρίσκεται σε μια κατώτερη βαθμίδα πνευματικής ζωής, τα ρήματα
και τα νοήματα χρειάζονται για την καθοδήγηση, όταν όμως έλθη το τέλειον,
ο δοξασμός, δεν χρειάζονται τα κτιστά ρήματα, νοήματα και εικονίσματα.
«Επειδή η
εμπειρία αυτή υπερβαίνει τα ρήματα και τα νοήματα, γι’ αυτό λέγει ο
Χριστός ου δύνασθε βαστάζειν… (Ιωάννης ιστ',
12). Δηλαδή μέχρι τώρα σας έχω διδάξει με ρήματα που φέρουν νοήματα.
Οπότε, έχετε μία νοηματική γνώση περί των μυστηρίων της βασιλείας του
Θεού, η οποία νοηματική γνώση έχει μεταδοθή με ρήματα, τα οποία ρήματα
συνοδεύονται από την φώτιση του νοός και γι’ αυτό τα ρήματα αυτά είναι
κατανοητά στην λογική του ανθρώπου, εξ αιτίας του φωτισμού του νοός,
οπότε κανείς βλέπει πλέον γιατί αυτά τα πράγματα είναι αληθή κ.ο.κ.
Αλλά όταν
ο άνθρωπος ευρίσκεται στο στάδιο του φωτισμού, τα περαιτέρω δεν ημπορεί
πλέον. Τα περαιτέρω δεν διδάσκονται με ρήματα και νοήματα. Γι’ αυτό, ο
άνθρωπος, που έχει φθάσει μέχρι αυτό το στάδιο, δεν ημπορεί να «βαστάξη»
τα περαιτέρω, διότι τα περαιτέρω, που είναι η ίδια η εμπειρία της
Θεώσεως, υπερβαίνουν πλέον τα ρήματα και τα νοήματα.
Γι’ αυτό
δεν διδάσκονται με ρήματα και νοήματα. Διότι, η εμπειρία δεν είναι
ρήματα και νοήματα πλέον. Τα ρήματα και νοήματα είναι κτιστά. Ενώ, η
θέωση είναι μια κατάσταση, κατά την οποία ο άνθρωπος, κατά χάριν βέβαια,
γίνεται ο ίδιος άκτιστος, δηλαδή κατά Χάριν Θεός. Και μόνον σε αυτή την
κατάσταση ημπορεί να βαστάξη την ίδια την θέωση».
Ενώ αυτή
είναι η Ορθόδοξη διδασκαλία, στην παπική παράδοση ταυτίζεται η αποκάλυψη
του Θεού με τα κτιστά ρήματα και νοήματα.
«Στην
παπική παράδοση που ακολούθησε τον Αυγουστίνο, η αποκάλυψη είναι
αποκάλυψη νοημάτων, αλλά όχι μόνον νοημάτων, αλλά και των ρητών που
συνοδεύουν τα νοήματα.
Άπαξ
κανείς ταυτίσει την αποκάλυψη με αποκάλυψη νοημάτων και προχωρήσει ακόμα
παραπέρα και με τα ρητά που εκφράζουν νοήματα, τότε έχουμε την λεγομένη
«κατά γράμμα» θεοπνευστία της Αγίας Γραφής, οπότε ο Θεός στους
συγγραφείς της Αγίας Γραφής υπαγόρευσε αυτά τα ρητά και τα νοήματα. Αν
ακολουθηθή αυτή η γραμμή, τότε ο συγγραφεύς της Αγίας Γραφής ουσιαστικά
δεν είναι ο Μωυσής, ο Ηλίας, ο Σολομών κλπ, αλλά ο ίδιος ο Θεός. Αυτός
είναι ο πραγματικός συγγραφεύς της Αγίας Γραφής».
Αυτό είχε
ως αποτέλεσμα να ταυτισθή στην Δύση η αποκάλυψη του Θεού με την Αγία
Γραφή.
«Εφ’ όσον
η αποκάλυψη ταυτίζεται στην Δύση με την Αγία Γραφή, σημαίνει ότι ο Θεός
αποκαλύπτει στους ανθρώπους ρήματα και νοήματα. Οπότε, η αποκάλυψη
ουσιαστικά είναι ρήματα και νοήματα που σημαίνει ότι η ουσία της
θεολογίας είναι να ασχολήται κανείς με νοήματα και ορολογία περί Θεού.
Και πέρα των νοημάτων και των ρημάτων δεν υπάρχει άλλη αποκάλυψη. Οπότε,
σε αυτόν τον κόσμο μένουμε με τα λόγια της Αγίας Γραφής και τίποτε πάρα
πάνω.
Η δυτική
θεολογία του Μεσαίωνος οδηγήθηκε προς αυτήν την κατεύθυνση και κατ'
αυτόν τον τρόπο ταυτίσθηκε η Αγία Γραφή με την αποκάλυψη, οπότε
αποκάλυψη είναι τα λόγια της Αγίας Γραφής».
Αλλά η
Ορθόδοξη παράδοση, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, τονίζει την αλήθεια ότι «τα
ρήματα και τα νοήματα είναι περί του Θεού», «είναι περί της αποκαλύψεως»
και όχι ο Θεός και η αποκάλυψη.
«Οι Πατέρες της Εκκλησίας αρνούνται να ταυτίσουν τον Θεόν με τα ρήματα
και τα νοήματα της ανθρώπινης σκέψεως».
Πηγή: "Εμπειρική Δογματική
τής Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας
κατά τις προφορικές παραδόσεις του π. Ιωάννου Ρωμανίδη".
Τόμος Α'
Οι παπούδες μας
ΑπάντησηΔιαγραφήχωρίς να γνωρίζουν αυτές
τις λεπτές
δ ι α τ υ π ώ σ ε ι ς,
συμμετείχαν σ'έναν τρόπο ζωής
που είχε διαποτιστεί από
αυτά τα
ν ο ή μ α τ α
έχοντας στο κέντρο της ζωής της την λειτουργική ζωή.
Είχα την μεγάλη
ευλογία να προλάβω την
τελευταία γενιά
που καθημερινά
oταν χτυπούσε η
καμπάνα άφηναν
οτι έκαναν και
πηγαίναν στις
ακολουθίες
τις οποίες ακούγοντας από
μικρά παιδιά
κ α τ α ν ο ο ύ σ α ν όχι ως μιά αρχαία γλώσσα
αλλά ως το πιό πολύτιμο
κομμάτι της γλώσσας τους.
Ακόμη κι αν στο σπίτι συχνά μπέρδευαν στο
λόγο τους
Ρωμαίηκα κι
Αρβανίτικα.
(πού'σαι Μάρκο
Μπότσαρη ν'ακούσεις τους
εθνομηδενιστές
να σ'έχουνε για
Αλβανό -και καταπιεσμένη γλωσσική μειονότητα να γελάσεις με τα χάλια των
'μορφωμένων'...)