Τετάρτη 9 Ιουλίου 2014

Η ξεχασμένη ζωή ενός μεγάλου Αγίου

Γράφει ο Αρχιμ. Γρηγόριος
Ξεχασμένος για πολλούς αιώνες βρισκόταν βίος αλλά και η μνήμη ενός ακόμα μεγάλου αγίου, που προήλθε από τα σπλάχνα της αγιοτόκου Θεσσαλονίκης, ο οποίος με τους αγώνες της ζωής του συνέβαλε στον αγιασμό και της πόλης και στην εν Χριστώ Ιησού πνευματική καύχηση της.
Μόνο το όνομα του διασωζόταν στους αιώνες μέσα στα αγιολόγια χωρίς καμία άλλη αναφορά.
Πρόκειται για τον όσιο Φώτιο τον Θετταλό του οποίου τη μνήμη τιμά σήμερα ἡ Εκκλησία μας.
Πρόσφατα ὁ Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ.  Συμεών Πασχαλίδης έπειτα από ενδελεχή επιστημονική έρευνα ανέσυρε αρχαίο Βυζαντινό χειρόγραφο, που περιέχει ωραιότατο φιλολογικά εγκωμιαστικό λόγο (του οποίου την έκδοση προετοιμάζει) ο οποίος περιγράφει τη ζωή και την επιτέλεση της μνήμης του αγίου καθώς και πολλές άλλες σημαντικές ιστορικές πληροφορίες.
Ευχαριστώ πολύ τον κ. Καθηγητή, για την ανεπιφύλακτα χορήγηση της αδείας του, να χρησιμοποιήσω περιγραφές και στοιχεία από τη ζωή του αγίου, πού περιέχονται στον εν λόγω λόγο, για να κάνω γνωστή στους φιλαγίους αδελφούς, τη ζωή του οσίου Φωτίου σήμερα 9 Ιουλίου, που η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη του και η Θεσσαλονίκη τόν Πανηγυρίζει.
Καταγόταν απὸ τη Θεσσαλία, όρο με ευρύτατη γεωγραφικὴ έννοια αυτὴ την περίοδο κατα τον 11ο αιώνα, Θεσσαλία ονομαζόταν τότε και ἡ περιοχή της Θεσσαλονίκης, ἀπὸ εὔπορους καὶ ἐπιφανεῖς γονεις, οι οποίοι ωστόσο δεν κατονομάζονται στο Βίο του.
Σε νεανικὴ ηλικία ασπάστηκε το μοναχικὸ βίο, επιδιδόμενος σε αυστηρότατη άσκηση. Φθάνοντας στη Θεσσαλονίκη, ο Φώτιος εγκαταβίωσε στη μικρὴ Μονὴ, στην περιοχή εντὸς των τειχών της Ακροπόλεως, η οποία ετιμάτο στο όνομα των αγίων και ιαματικων αναργύρων Κοσμά και Δαμιανού.
Σε αυτό συνετέλεσε η γνωριμία του με τον σπουδαίο γέροντα της Μονής, τον περίφημο για την αγιότητα του βίου, τα πολλά χαρίσματα αλλά και πεπειραμένο γνώστη της τελείας ζωής, τον μεγάλο ασκητή ιερό Βλάσιο, στον οποίο υπέταξε τον εαυτό του, για να διδαχθεί από την έμπειρη σοφία του τα μυστικά της ανώτερης πνευματικής ζωής και να οδηγηθεί με ασφάλεια από τον γνώστη της οδού, την πορεία της τελειότητας.
Έχοντας καταστεί μέτοχος του Θείου φωτός ο ιερός γέροντας Βλάσιος φώτιζε από τη Μονή των αγίων Αναργύρων της Ακροπόλεως, όχι μόνο τη Θεσσαλονίκη αλλά ολόκληρη την Χριστιανική ανατολή, ακόμα και αυτή την Βασιλεύουσα Κωνσταντινούπολη, γι’ αυτό και κλήθηκε απὸ τον αυτοκράτορα και μετέβη, συνοδευόμενος απὸ τον μιμητή του στους αγώνες και συναγωνιστή του στην αγιότητα όσιο Φώτιο, στην Κωνσταντινούπολη, όπου κατέστη ὁ γέροντας, πνευματικὸς πατέρας και καθοδηγητής του αυτοκράτορα Ρωμανού Β’.
Έπειτα από παράκλησή του, ετέλεσε ο ίδιος τη βάπτιση του γιού του, Βασιλείου Β’ το 958/9, δίδοντάς του προορατικὰ το όνομα Βασίλειος. Στη βάπτιση παρευρισκόταν και ο όσιος Φώτιος, τον οποίο ο ιερός γέροντας Βλάσιος, υπέδειξε ως το κατάλληλο πρόσωπο, για την περιφορὰ κατά την Εκκλησιαστική τάξη, του νεοφωτίστου βρέφους στα ανάκτορα ως και τον κοιτώνα του, με τη συνοδεία ψαλμωδιών.
Ο Φώτιος επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη και, έχοντας αποκτήσει πείρα αλλά και φήμη ισάξια του γέροντός του Βλασίου, όντας όμως εραστὴς της ησυχίας, και θέλοντας να διασφαλίσει τον εαυτό του από τον κίνδυνο των επαίνων, αλλά και για να εξασφαλίσει τις απαιτούμενες συνθήκες των ασκητικών αγώνων για την τελεία προσωπική κάθαρση, την ολοκλήρωσή του και την απερίσπαστη ένωσή του με τον Χριστό, με την ευχή του ιερού γέροντός του, μετέβη στις υπώρειες του Χορτιάτη, όπου έκτισε μία καλύβη με πέτρες και εγκαταβίωσε εκεί, συνεχίζοντας τον αγώνα του στο στίβο της μοναχικής ζωής.
Την άνοιξη και το καλοκαίρι ανερχόταν στην κορυφὴ του όρους, όπου και ανήγειρε Εκκλησία αφιερωμένη στον αρχάγγελο Μιχαήλ, και εκεί με θαυματουργικὸ τρόπο ανέβλυσε πηγὴ με καθαρὸ νερό, η οποία εξελίχθηκε σε αγίασμα με ιαματικὴ δύναμη.
Την περίοδο εκείνη, οι επιδρομὲς των Βουλγάρων προκάλεσαν μεγάλη αστάθεια και ανάγκασαν τον Βασίλειο Β’ να ανασυντάξει τα Βυζαντινὰ στρατεύματα και να εκστρατεύσει εναντίον τους, αλλὰ η έκβαση των γεγονότων ήταν αρνητικὴ (αποτυχημένη πρώτη εκστρατεία του Βασιλείου το 986).
O Βασίλειος κατευθύνθηκε προς τη Θεσσαλονίκη. Εκεί επισκέφθηκε τον αγιασμένο τόπο της ιεράς Μονής των αγίων Αναργύρων στην Ακρόπολη και αφού προσευχήθηκε, αναζήτησε τον περίφημο γέροντα της, ιερότατο Βλάσιο γι να εξομολογηθεί και για να παρηγορηθεί πνευματικά, αλλά με λύπη πληροφορήθηκε την εν Χριστώ κοίμησή του.
Τότε ζήτησε να μάθει για τον μαθητή του, που τον είχε κρατήσει στα χέρια του κατά τη Βάπτισή του.
Τελικὰ πληροφορήθηκε ότι ο Φώτιος ασκήτευε κάπου εκτὸς της πόλεως και τον κάλεσε να σπεύσει να τον συναντήσει· έκτοτε ὁ Βασίλειος κράτησε κοντά του τον όσιο γέροντα, όχι μόνο στὴ Θεσσαλονίκη αλλὰ και κατὰ τις εκστρατείες του.
Μετὰ την ολοκληρωτικὴ επικράτηση του Βασιλείου Β’ το 1017/8, ο Φώτιος επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη επευφημούμενος απὸ τος Θεσσαλονικείς.
Ο αυτοκράτορας, του απέστειλε χρυσόβουλλο γράμμα, με το οποίο του παρείχε δώρα, τα οποία ο Φώτιος χρησιμοποίησε για αγαθοεργίες και για την ανέγερση Εκκλησιών και Μονών στην περιοχὴ της Ακροπόλεως, όπως τ δεσπόζουσα τότε στην πόλη, περίβλεπτη Εκκλησία του Σωτήρος Χριστού Παντοκράτωρος, μπροστά ακριβώς από τα τείχη της Ακροπόλεως, πιθανότατα εκεί που σήμερα βρίσκεται η ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Χριστού, των Βλατάδων, την περίφημη Βασιλική Μονή του Ακαπνίου, αλλὰ και πολλούς άλλους τόπους φιλανθρωπίας, αγιασμού και σεβάσματα σε άλλα σημεία της πόλεως.
Εχοντας αναγνωριστεί πια μεγάλος πνευματικός πατέρας και καθοδηγητής, έγινε το κέντρο της Χριστιανικής ζωής της πόλης, ασφαλής ποδηγέτης της ζωής μοναχών και πιστών, το καταφύγιο κάθε ανθρώπου, ο ολόφωτος φάρος που φώτιζε τις καρδιές, το πρόσωπο που χρειαζόταν ο κάθενας για να ακουμπήσει.
Πριν από την κοίμηση του σε διαθήκη του, ο όσιος όριζε τον εγκλεισμὸ των μοναστριών, κάποιας γυναικείας μοναστικής αδελφότητος που είχε συστήσει, εντὸς του χώρου της Μονής, ρύθμιζε τα της φροντίδος των Εκκλησιών και των Μονών που είχε ανεγείρει ο ίδιος, τη διαδοχή του στην πνευματικὴ καθοδήγηση των μοναχών που αποτελούσαν τη συνοδεία του, καθώς και μια σειρὰ κανόνων σχετικὰ με διάφορες πτυχὲς του μοναχικού βίου: νηστεία, ανάπαυση, λειτουργικὸ τυπικό, μέριμνα υπὲρ των πτωχών.
Σε βαθειά γεράματα, γεμάτος από καρπούς του Πνεύματος και έχοντας επιτελέσει σπουδαιότατο έργο πνευματικής καλλιέργειας, παρέδωσε την οσία ψυχή του, πιθανότατα την 9η Ιουλίου, στα χέρια του Κυρίου Ιησού Χριστού, έχοντας γύρω του τα αμέτρητα πνευματικά του τέκνα. Το ακριβές έτος της κοιμήσεως του δεν είναι γνωστό, τοποθετείται με βεβαιότητα αρκετά μετὰ το έτος 1017, κατὰ το οποίο, όπως προαναφέρθηκε, ο Βασίλειος Β’ κατετρόπωσε οριστικὰ τους Βουλγάρους.
Το παράδειγμα της ζωης του, τα σημεία της αγιότητος της ζωης του, η παρρησία πού έχει προς τον Θεό, η τιμή που όλοι οι Χριστιανοί του απέδιδαν, και η πανηγυρική - παλλαϊκή επιτέλεση της μνήμης του, οδήγησαν την Εκκλησία στην άμεση αγιοκατάταξή του.
Τα δεινά που ακολούθησαν για την πόλη και το γένος γενικότερα, κράτησαν κρυφό αυτόν τον φωτεινό αστέρα του πνευματικού στερεώματος, μέχρι που η Θεία βούληση στις μέρες μας, τον προβάλλει και πάλι λαμπερό, ίσως γιατί χρειαζόμαστε πιο πολύ φως, ίσως γιατί χρειαζόμαστε περισσότερα πρότυπα, για να αποφασίσουμε να μιμηθούμε και να ακολουθήσουμε το καλό.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἀναργύρων Ἁγίων Μονῆς οἰκήτορα, Θεσσαλονίκης καὶ Μάνδρας τοῦ Ἀκαπνίου σεπτὸν ὕμνοις κτίτορα, Ὁσίων εὖχος, Φώτιον, μέλψωμεν θείοις Θετταλόν, ἀρετῆς ὑπογραμμὸν καὶ ἔκτυπον ἀπαθείας, ὡς φωτιστὴν μονοτρόπων, θερμὰς αὐτοῦ λιτὰς αἰτούμενοι.
πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου